Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010

ΟΙ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΓΝΩΜΗΣ ΚΑΙ Η ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ


Τις μέρες μας ακούγονται και λέγονται πολλά, με αποτέλεσμα να κουράζεται όποιος δέχεται τις κάθε είδους πληροφορίες και γνώμες.
Ακόμα , προκαλείται περισσότερη σύγχυση όταν για το ίδιο θέμα διατυπώνονται πολλές διαφορετικές απόψεις, όπως καθημερινά διαπιστώνουμε στα τηλεοπτικά κανάλια.
Εκεί, θα «κερδίσει» ο πιο πειστικός, ο οποίος δεν θα είναι κατ’ ανάγκη και ο σωστός.
Γι αυτό τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια εμμονή στους αριθμούς, τα μαθηματικά γενικά και ειδικά τη στατιστική επεξεργασία στοιχείων για να ερμηνευτούν κοινωνικά και άλλα δρώμενα. . Και από εδώ αρχίζει το πρόβλημα.

Υπάρχει η αντίληψη πως, για να είναι μια άποψη πειστικότερη, θα πρέπει να υποβοηθηθεί από μια στατιστική μελέτη.
Η στατιστική μελέτη όμως, ενώ είναι εύκολη όταν μελετώνται ποσοτικές μεταβλητές (π.χ. ο αριθμός των αυτοκινήτων μας), δεν είναι καθόλου εύκολη δουλειά, όταν μελετώνται ποιοτικές μεταβλητές, όπου εκεί ο ερωτώμενος θα εκφέρει γνώμη για κάτι.
Η γνώμη όμως, δεν είναι κάτι στατικό που βρίσκεται μέσα μας, αλλά κάτι μεταβλητό που διαμορφώνεται συνεχώς από τις γνώσεις που αποκτώνται μέσα από τη μελέτη και το διάλογο, με στόχο πάντα την απόκτηση όσο το δυνατόν ορθότερης γνώμης. Όταν η γνώση είναι μηδενική, τότε και η γνώμη θα είναι ανύπαρκτη ή άχρηστη.
Με άλλα λόγια, η γνώμη είναι συνάρτηση, αύξουσα μάλιστα, της γνώσης,. Δηλαδή όσο πληρέστερη είναι η γνώση, τόσο εγκυρότερη θα είναι και η γνώμη.
Αν σε μια στατιστική έρευνα η ερώτηση είναι σαφής και περιορισμένη, όπως για παράδειγμα «ποιόν από τους δυο προτιμάμε», τότε είναι πιθανόν να έχουμε αξιόπιστα αποτελέσματα.
Όταν η ερώτηση μας ζητάει να πούμε τη γνώμη μας για κάτι που δε γνωρίζουμε, ή που πιστεύουμε πως γνωρίζουμε (όπως ο άγαμος για τον έγγαμο βίο), τότε η μελέτη ούτε αξιόπιστη θα είναι ούτε βέβαια χρήσιμη. Σε μια τέτοια περίπτωση ο κάθε δόλιος νους θα χρησιμοποιήσει τα αποτελέσματα της μελέτης κατά όπως τον βολεύει.
Φαντασθείτε ότι έπρεπε να αφαιρεθεί ένα μάθημα από το αναλυτικό πρόγραμμα των μαθημάτων της Α τάξης του γυμνασίου και ρωτούσαμε τους μαθητές να αποφασίσουν. Είναι σχεδόν βέβαιο πως θα διάλεγαν τα μαθηματικά για «το πυρ το εξώτερο», εκτός και την τελευταία στιγμή άλλαζαν γνώμη λόγω της προτροπής κάποιου συμμαθητή τους και εξακόντιζαν κάποιο άλλο μάθημα. Και όλα αυτά θα γινόντουσαν με «με δημοκρατικές διαδικασίες», τρομάρα μας.

Μια δημοσκόπηση που αγνοεί, αν γνωρίζει ο ερωτώμενος και τι γνωρίζει για το υπό εξέταση θέμα, δεν είναι ποτέ αξιόπιστη.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, η διατύπωση της ερώτησης είναι πολύ σημαντική.
Είναι δυνατόν μια δημοσκόπηση που γίνεται από αδαείς ή από δόλιους γνώστες, να μας παρουσιάσει οτιδήποτε αποτέλεσμα.
Ας πάρουμε, πάλι, ένα παράδειγμα.
Ρωτάμε μια ομάδα μαθητών που μόλις αποφοίτησαν από το λύκειο «αν κατά τη διάρκεια που φοιτούσαν στο λύκειο, υπήρχαν συμπεριφορές των δασκάλων τους που τους πίκραναν». Είναι απόλυτα βέβαιο πως πολύ μεγάλο ποσοστό θα απαντήσει: «να»ι. Άρα, θα συμπεράνουμε, πως οι δάσκαλοι δεν συμπεριφέρονται καλά στα παιδιά.
Αν όμως στο ίδιο ερώτημα αντικαταστήσουμε τη λέξη «πίκραναν» με τη λέξη «ικανοποίησαν», τότε θα έχουμε πάλι ένα εξίσου μεγάλο ποσοστό μαθητών που θα απαντήσει: «να»ι. Επομένως θα καταλήξουμε πως οι δάσκαλοι συμπεριφέρονται καλά στα παιδιά. Τελικά τι από τα δυο συμβαίνει;
Εδώ η σύγχυση προέρχεται από τη λαθεμένη ερώτηση η οποία προδιαθέτει τον ερωτώμενο για την απάντηση που θα δώσει.
Επί πλέον αξίζει εδώ να τονιστεί, πως δε θα αντληθεί σωστή πληροφορία για τη συμπεριφορά ενός ατόμου, όταν η συγκεκριμένη ερώτηση ζητάει απάντηση του τύπου «ναι» ή «όχι».
Σε τέτοιες καταστάσεις δε μπορούμε να συζητάμε για στατιστική με την επιστημονική της έννοια, αλλά για παιχνίδια, πολλές φορές δόλια και επικίνδυνα.

Η «δολιότητα της στατιστικής» είναι στοιχείο και των διαχειριστών της κάθε εξουσίας, όπου θέλοντας να μεταφέρουν σε άλλους την ευθύνη για κάποιο μη δημοφιλές μέτρο που πρόκειται να πάρουν, διατυμπανίζουν πως οι ενέργειές τους είναι προϊόν δημοσκόπησης των απόψεων της κοινής γνώμης.
[Τις ώρες που γράφονται αυτές οι γραμμές έγινε κυβερνητικός ανασχηματισμός και ακολούθησε αμέσως η μέτρηση της κοινής γνώμης. Στους πολίτες ετέθη το ερώτημα αν «πιστεύουν πως ήταν αναγκαία αυτή η αλλαγή» και η απάντηση ήταν «ναι» σε ποσοστό πάνω από 50%. Δε ρωτήθηκαν όμως να εξηγήσουν γιατί έπρεπε να γίνει, ούτε για τις προσδοκίες τους από το νέο κυβερνητικό σχήμα. Παρόλα αυτά όμως, παρουσιάστηκε το συμπέρασμα, πως «οι κυβερνητικές ενέργειες έχουν μεγάλη λαϊκή αποδοχή»].
Με όλα αυτά, δεν θα ήταν καθόλου λάθος αν ισχυριστούμε πως μπορούμε να έχουμε οποιοδήποτε αποτέλεσμα δημοσκόπησης επιθυμούμε, αρκεί να συντάξουμε κατάλληλες ερωτήσεις για τους ερωτώμενους και να τις δώσουμε προς απάντηση τον κατάλληλο χρόνο.
«Έχω τις απαντήσεις, μπορείτε να μου διατυπώσετε τις αντίστοιχες ερωτήσεις;», μας έλεγε κάποιος φωτισμένος καθηγητής της στατιστικής πολλά χρόνια πριν στο πανεπιστήμιο. Χωρίς αυτό να είναι καλαμπούρι, όσο και αν μοιάζει

Τελικά η στατιστική είναι ένα πολύ σοβαρό εργαλείο που, όταν χρησιμοποιηθεί σωστά, μπορεί να προσφέρει απίθανες πληροφορίες και υπηρεσίες πολύ χρήσιμες έως αναντικατάστατες.

Όταν όμως τεθεί εκτός «επιστημονικού ελέγχου», είναι δυνατόν να επιφέρει από μια μικρή ζημιά, μέχρι μια πανωλεθρία.
Τότε δυστυχώς θα συμβεί αυτό που γίνεται και στη μη ελεγχόμενη πυρηνική έκρηξη:
Θα θαφτούν κάτω από μεγάλους σωρούς άχρηστων πληροφοριών, οτιδήποτε μας είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε.


Θοδωρής Πομόνης
        Γεν. ’09

Δεν υπάρχουν σχόλια: