Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Για το αφεντολόι της Ζακύνθου



Προ ημερών, μέσα από τις σελίδες του «Ερμή» και με τον  τίτλο «Το αφεντολόι της Ζακύνθου και οι παλιές καλές μέρες», είχα εκφράσει τις απόψεις μου σχετικά με τα πεπραγμένα του αρχοντολογιού της Ζακύνθου και τα δεινά που προξένησαν στον τόπο μας. Παράλληλα διατύπωσα τη δυσαρέσκειά μου γιατί κάποιοι συμπολίτες μας, σήμερα, αναπολούν και αναπαράγουν εκείνες τις «παλιές καλές ημέρες».
Κάποιοι όμως μου τηλεφώνησαν ή με συνάντησαν στο δρόμο και μου εξέφρασαν τις δικές τους αντιρρήσεις στα λεγόμενά μου. Πως κατηγόρησα δηλαδή υπέρμετρα και άδικα τους αφεντάδες, πως αυτά τα λέω μόνο εγώ, πλάθοντάς τα κατά βούληση και άλλα παρόμοια.
Άλλοι πάλι εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για ό,τι διάβασαν και μάλιστα με προέτρεψαν να γράψω περισσότερα. Γιατί είναι το υπό συζήτηση θέμα ένα από τα πολύ σημαντικά στοιχεία της ιστορίας μας, που έχει στο σύνολό του διαστρεβλωθεί μετά από μεθοδικές και επίμονες ενέργειες μερίδας συμπολιτών μας.
Απαντώντας λοιπόν σε όλες αυτές τις αιτιάσεις, μέσα από τις φιλόξενες και με ποιοτικό περιεχόμενο σελίδες του «Ερμή», παραθέτω τις απόψεις άλλων, Ζακυνθίων  επιφανών, σχετικά με το βίο και την πολιτεία αυτής της φάρας.
1. Ο Μαρτελάος ο οποίος, αν και ευγενής Ζακύνθιος, είδε τα κακώς κείμενα και με θάρρος τα στηλίτευσε στο ποίημα του με τίτλο «το χρυσό βιβλίο», από οποίο αντλώ λίγους στίχους (με τη δική τους ορθογραφία):
….«δεν μπορεί ανθρώπου γλώσσα, να ειπή  τι  συφοραίς,
εγεννούσαν των αρχόντων, η κλεψιαίς και αδικιαίς.
Ανθρωπόμορφα θηρία, που λεγόστε Χριστιανοί
στα κεφάλια σας να πέσει, όλη του Θεού η οργή»……
2. Ο παπά Κουτούζης με καυστικά λόγια διακωμωδούσε τα αίσχη των αρχόντων. Από ένα εκ των  ποιημάτων του που γράφτηκε γύρω στο 1800, με τίτλο «το παράπονο του Λαού», παραθέτω κάποια αποσπάσματα:
« Ω Ζεύ, ως καθώς θορώ, ύπνος επλάκωσέ σε
βαρύς, και έκαμέ σε οκνόν και αμελή…..
…..Και αυτούς που σε υβρίζουν, εσύ δεν τους εγγίζεις
πτωχόν τον αφανίζεις, για μια μικρή αφορμή.
Τους γίγαντες ετότες, δίκαια επεδεψές τους
και εκατάκαψές τους με τόσας αστραπαίς.
Τώρα για ποιάν αιτία, ετούτους τους βασταίνεις
στον κόσμον, και υπομένεις ταις τόσες αδικιαίς;
Και δε ρίχνεις φωτία όλους να τους εκάψης,
την πτώχια ν’ αναπαύσης από ταις δυστυχιαίς. ……
….Εσύ π’ όλα σκοπεύεις τα κρύφια της καρδίας
ο γένος τζή αδικίας μην θες να πάη εμπρός.
Αλλά ξολόθρευσέ τους! Να ιδής την γην ν’ ανθίση
κι οπίσω να γυρίση αιώνας ο χρυσός.
3. Μεταξύ των πολλών πηγών που υπάρχουν, θα ήταν σοβαρή παράληψη να μην αναφερθώ στον Κωνσταντίνο Σάθα, όπου το 1867, δηλαδή 3 χρόνια μετά την ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα, στο βιβλίο του με τίτλο «το εν Ζακύνθω αρχοντολόγιον και οι ποπολάροι», αναφέρεται στους λεγόμενους αφεντάδες της Ζακύνθου, όπου με τα μελανότερα χρώματα τους «στολίζει».
Σταχυολογώ κάποιες γραμμές από το παραπάνω βιβλίο (ο αναγνώστης μπορεί να το βρει σε ηλεκτρονική μορφή στις εκδόσεις του πανεπιστημίου Κρήτης).
«Εν Επτανήσω, απεναντίας με την άλλη Ελάδα όπου υπήρχε η ελευθέρα επιλογή των κατά τόπους Δημογερόντων, η ξενοκρατεία εδημιούργησε τους λεγόμενους ευγενείς και το επείσακτον τούτο του φραγκικού τιμαριωτισμού εξάμβλωμα έκτοτε μετεφυτεύθη μεθ’ όλων των παρακολουθούντων κακών εις τας Ιονίους νήσους………
Εν Ελλάδι και δημογέροντες και λαός αδιακρίτως εκαλούντο ραγιάδες, εν δ’ Επτανήσω ο λαός υπό μεν της ξενοκρατείας εκαλείτο σούδιτος, υπό δε του αρχοντοογίου πλέμπα,
ποπολάρος, τσιούρμα».
Και συνεχίζει παρακάτω: ….. οι δημογέροντες … συνετέλεσαν εις την ίδρυσιν των απανταχού σχολείων … εις δε τας κατά καιρούς εθνικάς αποπείρας προς απόσεισιν του ξενικού ζυγού παρουσιάζοντο πρωτεπαναστάτες.
Εν Επτανήσω τουναντίον οι άρχοντες ιδίαν αποτελούντες τάξιν, ουδεμίαν μετά του λαού είχο συνάφειαν, … περιφρονούντες και αυτήν την εθνική γλώσσαν (γλώσσαν των ποπολάρων), … και την πάτριον θρησκείαν εξώμνυον.
Ελάμβανον δε προνόμια, και ιδίως το του ιερού ασύλου (sacro asilo), δυνάμει του οποίου, πας κακούργος επικαλούμενος την προστασίαν του προνομιούχου άρχοντος, καθίστατο ακαταζήτητος. Εντεύθεν επήγασε και το εν Ζακύνθω … στυγερόν της δολοφονίας επιτήδευμα. Οι ευγενείς ούτοι περιστοιχούμενοι εξ αφωσιωμένων ποπολάρων (μπράβων) εξετέλουν δι αυτών τας μυσαράς εκείνας εκδικήσεις, αίτινες επί τοσούτον αμαυρόνουσι τα χρονικά της ωραίας ταύτης νήσου. Μετά φρίκης αναπολεί έτι ο λαός τα, επί της κατοχής των δημοκρατικών Γάλλων, ανοιχθέντα υπόγεια των αρχόντων, εις τα οποία ευρέθησαν αλυσσωμένοι σκελετοί, και σωροί ανθρωπίνων κοκκάλων.
Μετά την πανηγυρικήν πυρπόλησιν της Χρυσοβίβλου ( libro doro) οι άρχοντες απεκδυθέντες της εξουσίας, …… καταλαβόντες τας δημοσίους θέσεις .. μισθούς υπερόγκους λαμβάνοντες,  κατατυράνουν τους ποπολάρους, οι οποίοι ευρίσκοντο εις την αυτήν απαιδευσίαν. Ως επίσημον δε γλώσσαν παραδεχθέντες και τότε την Ιταλικήν , επειδή αύτη ανεπόλει τους ευτυχείς εκείνους χρόνους της Ενετοκρατίας, εδίκαζον τον ποπολάρον εις γλώσσαν την οποίαν δεν εννόει.

4.  Ο κόντε Παύλο Μερκάτι, κατά το έτος 1811,  στην ιστορική και στατιστική πραγματεία για την πόλη και τη νήσο της Ζακύνθου (που επανεκδόθη το 2002 από τις εκδόσεις τρίμορφο), αναφέρει τον ερχομό αρχικά και την αποχώρηση κατόπιν των Γάλων πρώτα και των Άγγλων κατόπιν , με έναν τρόπο που δεν επιδέχεται καμιά παρερμηνεία. Παραθέτω λίγα αποσπάσματα από το προαναφερθέν βιβλίο:
 «τότε το νησί  υποτάχτηκε ….. στη Γαλλική δημοκρατία, η οποία διορίζοντας και δωροδοκώντας έναν όχι μικρό αριθμό οπαδών της έριξε τους πρώτους σπόρους εκείνης της μοιραίας ασυδοσίας, που έπιασε βαθιές ρίζες. …..  η Επτανησιακή κυβέρνηση διήρκησε μέχρι το έτος 1807 με  τον νέο ερχομό των Γάλλων, από την κατοχή των οποίων αυτό το νησί απελευθερώθηκε, κατά διαταγή της Αυτού Εξοχότητος του Ανωτάτου Διοικητού των δυνάμεων της Μεσογείου Σερ Τζον Στιούαρτ, χάρη στα ένδοξα όπλα της Α. Βρετανικής Μεγαλειότητος, υπό τη διοίκηση της Αυτού Εξοχότητος του Στρατηγού  Όσβαντ, την αλησμόνητη εκείνη ημέρα της 20ης Σεπτεμβρίου του έτους 1809».
Βλέπετε πως, με τέτοιο γλοιώδη τρόπο μόνο το αρχοντολόι της Ζακύνθου μπορούσε να εκφραστεί.  [Και εμείς οι δύστυχοι σύγχρονοι, αγάλματα σ’αυτούς κάνουμε, στα μουσεία μας τους βάνουμε, με τα δικά τους ονόματά τους δρόμους μας βαφτίζουμε, ενώ διαθέτουμε πονηρούς, τρελούς ή άσχετους ανθρώπους, καλιώρα όπως κάποιοι αποτυχημένοι πολιτικοί, που μιλάνε για την υπεροχή της Επτανησιακής κουλτούρας, έναντι αυτής των γειτόνων μας της άλλης Ελλάδας. Γιατί είναι βλέπετε φαινόμενα των καιρών, όπως λέει και ο Σαίξπηρ στο «βασιλιά Ληρ», να προσπαθούν να καθοδηγήσουν οι τρελοί τους τυφλούς].  
Η παράθεση όμως παρεμφερών κειμένων για τον προδοτικό και καταστροφικό  ρόλο των αφεντάδων στα πάσης φύσεως δρώμενα του νησιού μας, δεν έχει τελειωμό.
Εγώ, τι άλλο να πω; Μόνο τη δόκησή μου καταθέτω, πάντα κυκλοδίωκτος από το πνεύμα του Κάλβου, ο οποίος σίγουρα θα είχε στο νου του, και τους αφεντάδες της γης που τον γέννησε, σαν έγραφε τους παρακάτω στίχους:
 «Αν οπόταν πεθαίνει
πονηρός βασιλεύς
έσβην’ η νύχτα εν’ άστρον,
ήθελον μείνει ολίγα
                   ουράνια φώτα».

Υ.Γ. Πιστεύω πως παραγέμισαν οι δρόμοι μας με τα ονόματα των αφεντάδων του καιρού εκείνου και κάποιες από αυτές τις ονομασίες πρέπει να αλλάξουν.

Θοδωρής Πομόνης

Δεν υπάρχουν σχόλια: